
Η Τσικνοπέμπτη είναι η πιο ξεχωριστή ημέρα της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου, που είναι γνωστή και ως «Κρεατινή» και δίνει την ευκαιρία στα νοικοκυριά να καταναλώσουν με εορταστικό και χαρούμενο τρόπο ότι κόκκινο κρέας τους έχει απομείνει πριν από τη νηστεία της Σαρακοστής, γεμίζοντας τον αέρα με τη μυρωδιά της «τσίκνας».
Την τσικνοπέμπτη κυριαρχεί το κόκκινο χρώμα, είτε με το κρέας, είτε με το κρασί και η γιορτή μας θυμίζει το Πάσχα και την χαρά της Αναστάσεως.
Τι γιορτάζουμε
Η προέλευση αυτού του παράξενου εθίμου χάνεται στα βάθη του χρόνου. Το έθιμο εικάζεται ότι προέρχεται από τις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων, που επιβίωσαν του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με τον λαογράφο Δημήτριο Λουκάτο, το φαγοπότι και το γλέντι της ημέρας είναι «ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης».
Επίσης, η Τσικνοπέμπτη αποτελεί ουσιαστικά, την απαρχή των εκδηλώσεων για την Αποκριά, αφού την επόμενη εβδομάδα ακολουθούν το Καρναβάλι και η Καθαρά Δευτέρα.
Έθιμα ανά την Ελλάδα
Πέρα από το καθιερωμένο ψήσιμο κρεάτων, κάθε περιοχή της Ελλάδας έχει τα δικά της ήθη και έθιμα για την Τσικνοπέμπτη.
Στην Κέρκυρα γίνονται τα λεγόμενα «Κορφιάτικα Πετεγολέτσια». Η λέξη Πετεγολέτσια σημαίνει κουτσομπολιό και πραγματοποιείται το βράδυ της Τσικνοπέμπτης, στην Πιάτσα κοντά στην τοποθεσία «Κουκουνάρα» τής Κέρκυρας.
Στην Πάτρα, έχουμε το έθιμο της Γιαννούλας της Κουλουρούς, η οποία, σύμφωνα με την παράδοση, πιστεύει πως ο ναύαρχος Ουίλσον έρχεται να την παντρευτεί και τον περιμένει μάταια σαν την τρελή στο λιμάνι. Έτσι, την Τσικνοπέμπτη οι Πατρινοί ντύνουν κάποιον νύφη, ή βάζουν ένα ομοίωμα νύφης στο λιμάνι και διασκεδάζουν γύρω του.
Στις Σέρρες ανάβουν μεγάλες φωτιές στις αλάνες και αφού ψήσουν το κρέας, πηδούν από πάνω τους.
Στην Κομοτηνή, οι νοικοκυρές σχεδόν καίνε μια κότα, για να τη φάει η οικογένεια την Κυριακή της Αποκριάς. Η παράδοση αναφέρει, επίσης, ότι την Τσικνοπέμπτη τα αρραβωνιασμένα ζευγάρια πρέπει να ανταλλάξουν φαγώσιμα δώρα. Ο άντρας πρέπει να στείλει τον «κούρκο», δηλαδή μία κότα, και η γυναίκα μπακλαβά και μια κότα γεμιστή.
Στη Θήβα, αρχίζει ο «βλάχικος γάμος», που ξεκινά με το προξενιό δύο νέων, συνεχίζει με τον γάμο και τελειώνει την Καθαρά Δευτέρα με την πορεία των προικιών της νύφης και το γλέντι των συμπεθέρων. Όλες αυτές οι διαδικασίες είναι γεμάτες από σατυρική αθυροστομία, κέφι, γλέντι και χορό. Ο “βλάχικος γάμος” είναι κατάλοιπο της πανάρχαιης λατρείας του θεού Διονύσου που διαιωνίζει την οργιαστική θρησκεία του γιου της Σεμέλης στη Θήβα. Το έθιμο αυτό, παραλλαγή ενός γάμου Βλάχων, φέρνει στο προσκήνιο και στο νου του θεατή ένα πλήθος από προβλήματα που ανάγονται στη σχέση του με τα πανάρχαια λατρευτικά έθιμα της Διονυσιακής θρησκείας, στην καταγωγή των «Βλάχων», στη μεταφορά του εθίμου από τις βουνοκορφές της Πίνδου στην πόλη του Κάδμου και πολλά άλλα.
Στην Ιο, το βράδυ της Τσικνοπέμπτης μασκαράδες ζωσμένοι με κουδούνια προβάτων διασχίζουν τη Χώρα και επισκέπτονται σπίτια και καταστήματα.
Στον Πόρο, η παράδοση επιβάλλει στους νέους να κλέψουν ένα… μακαρόνι, το οποίο θα βάλουν κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν ποια θα παντρευτούν.
Σε όλη την Πελοπόννησο σφάζουν χοιρινά από τα οποία φτιάχνουν διάφορα άλλα τρόφιμα, μεταξύ των οποίων πηχτή, τσιγαρίδες, λουκάνικα, γουρναλοιφή και παστό.
Στη Σκόπελο, οι κάτοικοι δίνουν ραντεβού στο Πεύκο, για να συνεχίσουν το γλέντι και το φαγοπότι όλοι μαζί.
Πηγή: stereanews.gr