Το debate που έλαβε χώρα τη νύχτα της Τρίτης στη Νέα Υόρκη ανάμεσα στους υποψήφιους αντιπροέδρους ΗΠΑ είχε δύο κύριες ελκυστικές πτυχές: πρώτον, ήταν το δεύτερο και τελευταίο debate των φετινών υποψηφίων και, δεύτερον, οι αντιπροσωπευτικές προσωπικότητες των δύο υποψηφίων, του Δημοκρατικού κυβερνήτη της Μινεσότα Τιμ Γουόλζ και του Ρεπουμπλικανού γερουσιαστή του Οχάιο Τζέι Ντι Βανς.
Κατά τη διάρκεια των 90 λεπτών του debate, ο Βανς αποδείχθηκε ετοιμόλογος, γνωρίζοντας τα ζητήματα και κερδίζοντας την εντύπωση ως νικητής. Αντίθετα, ο Γουόλζ φάνηκε να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην αρχή, αλλά προσαρμόστηκε και βρήκε τον ρυθμό του καθώς το debate προχωρούσε, ειδικά όταν η συζήτηση άγγιξε το θέμα των αμβλώσεων.
Ένα ανησυχητικό σημείο αποτέλεσε η άρνηση του Βανς να παραδεχτεί την ήττα του Ντόναλντ Τραμπ το 2020, απαντώντας ότι “είμαι επικεντρωμένος στο μέλλον”. Ο Γουόλζ αντέτεινε ότι αυτή ήταν “μη απάντηση”. Ο Βανς απέφυγε τη μνεία του Μπάιντεν και επιχείρησε να ρίξει την ευθύνη για τις αποτυχίες του προεδρικού γραφείου στον αντίπαλό του.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι δημοσιογράφοι που συντόνιζαν το debate δεν ανέλαβαν τον έλεγχο των στοιχείων σε ζωντανό χρόνο, γεγονός που διάκρινε αυτό το debate από το προηγούμενο μεταξύ Χάρις και Τραμπ. Η απουσία του fact checking είχε διαφορές στην παρουσίαση των στοιχείων και των ισχυρισμών.
Τέλος, ο Βανς προσπάθησε να καλλιεργήσει μια πιο ήπια εικόνα του εαυτού του, μεταβάλλοντας την προσέγγισή του από σφοδρός επικριτής της “κουλτούρας woke” σε έναν “συμπαθητικό συντηρητικό”. Το debate διεξήχθη σε πολιτισμένο κλίμα, κάτι που διαφοροποιήθηκε από άλλες αναμετρήσεις, με ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα να αναδεικνύονται καθαρά.
Πηγή: tovima.gr