Η πώληση του μεριδίου του ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) στην Εθνική Τράπεζα είναι ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης του ελληνικού τραπεζικού τομέα, σύμφωνα με την Standard & Poor’s. Το ΤΧΣ ιδρύθηκε το 2010 με σκοπό την σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους που αντιμετώπισε η χώρα.
Με την υποστήριξη του ΤΧΣ, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές, με τέσσερις εγχώριες συστημικά σημαντικές τράπεζες και την Attica Bank να καλύπτουν πλέον το 98% του ενεργητικού του κλάδου, συγκριτικά με το 68% που ήταν το 2007. Οι προσπάθειες αναδιάρθρωσης έχουν ενισχύσει την αποτελεσματικότητα των τραπεζών, με τη μέση αναλογία κόστους προς εισόδημα να διαμορφώνεται στο 32,4% στις 30 Ιουνίου 2024, κατατάσσοντας τον κλάδο ως δεύτερο καλύτερο στην ΕΕ.
Επιπλέον, οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ανήλθαν στο 3,6% για τις D-SIB και 6,9% για το σύνολο του τραπεζικού τομέα, ποσοστά σημαντικά μειωμένα από το 48,6% που ήταν τον Μάρτιο του 2018. Αυτές οι εξελίξεις υποδεικνύουν θετικές προοπτικές για τα κέρδη των τραπεζών, με την ελληνική κυβέρνηση να είναι κοντά στο να αποσυρθεί πλήρως από τον τομέα.
Στις 2 Οκτωβρίου 2024, το ΤΧΣ ολοκλήρωσε την πώληση του 10% της Εθνικής Τράπεζας. Το υπόλοιπο 8% θα μεταφερθεί σε άλλη κρατική οντότητα, περνώντας μάλιστα προηγουμένως από πωλήσεις που περιλάμβαναν ποσοστά και σε άλλες τράπεζες. Αυτή η αποεπένδυση σημαίνει ότι το ΤΧΣ διατηρεί μόνο το 72,5% της Attica Bank.
Η συμβολή του ΤΧΣ στη διαδικασία ανάρρωσης των ελληνικών τραπεζών υπήρξε σημαντική, αν και δεν επηρεάσε ευθέως τις στρατηγικές τους. Οι τράπεζες έχουν βελτιώσει τη φερεγγυότητά τους και τις δομές τους, επιτρέποντας τους να ακολουθήσουν πιο ενεργές στρατηγικές διαχείρισης κεφαλαίου. Το 2024, οι τράπεζες άρχισαν να επιστρέφουν μερίσματα, στοχεύοντας σε πιο αυξημένες πληρωμές στο μέλλον.
Η χρηματοπιστωτική αγορά δείχνει θετική τάση προς τις ελληνικές τράπεζες, με την UniCredit να είναι η πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα που υπέγραψε στρατηγική συνεργασία με μία από αυτές. Ωστόσο, η έξοδος του ΤΧΣ δεν αναμένεται να αλλάξει την άποψη της S&P σχετικά με την πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών. Οι D-SIB σχεδιάζουν να μειώσουν το ποσοστό των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων έως το 2030.
Πηγή: tovima.gr