Οι όζοι του θυρεοειδούς είναι ένα συνηθισμένο πρόβλημα υγείας, καθώς έρευνες δείχνουν ότι, σε υπερηχογραφικό έλεγχο του γενικού πληθυσμού, έως και το 70% μπορεί να έχει όζους ποικίλου μεγέθους, ακόμη και λίγων χιλιοστών. Συνήθως, αυτοί οι όζοι δεν απαιτούν ιδιαίτερη ιατρική παρέμβαση. Ο ρόλος του κλινικού γιατρού είναι να εντοπίσει ποιοι από αυτούς τους όζους χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης ή πιθανής χειρουργικής επέμβασης.

Η διάγνωση των όζων θυρεοειδούς περιλαμβάνει κυρίως δύο εξετάσεις: το υπερηχογράφημα και την παρακέντηση με λεπτή βελόνη (FNA). Το υπερηχογράφημα παρέχει πληροφορίες για το μέγεθος, τη θέση και τους υπερηχογραφικούς χαρακτήρες των όζων, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για τον γιατρό να κρίνει τις επόμενες κινήσεις. Σε περιπτώσεις ύποπτων όζων για καρκίνο, ακολουθεί παρακέντηση για κυτταρολογική εξέταση.

Παλαιότερα, χρησιμοποιούνταν το σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς, που χαρακτήριζε τους όζους ως θερμούς ή ψυχρούς. Οι ψυχροί όζοι συνδέονταν με υψηλότερη πιθανότητα καρκίνου, ωστόσο η μέθοδος αυτή έχει αντικατασταθεί κυρίως από το υπερηχογράφημα και την παρακέντηση.

Συχνά, οι όζοι δεν προκαλούν συμπτώματα και η διάγνωση γίνεται τυχαία κατά τη διάρκεια άλλων ιατρικών ελέγχων. Εάν ένας όζος αυξάνεται σε μέγεθος, μπορεί να προκαλέσει αίσθημα πίεσης ή δυσφορίας στον τράχηλο, βραχνάδα, ή δυσκολία στην αναπνοή και την κατάποση.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι όζοι μπορεί να είναι ορατοί στο λαιμό, προκαλώντας αισθητικά προβλήματα. Μερικοί όζοι μπορεί επίσης να υπερλειτουργούν, προκαλώντας θυρεοειδικές ορμόνες και υπερθυρεοειδισμό, που μπορούν να απαιτούν χειρουργική επέμβαση.

Ειδικευμένοι χειρουργοί θυρεοειδούς θα πρέπει να αναλαμβάνουν την αντιμετώπιση αυτών των παθήσεων, ώστε να διασφαλίζεται η ασφαλής και σωστή χειρουργική παρέμβαση. Η σωστή διάγνωση και θεραπεία είναι κρίσιμες για την υγεία του ασθενούς και την αποφυγή επιπλοκών.

Πηγή: tovima.gr